Lookup cumulative lexical entry: اجتماع

  1. ἀθροίζω
  2. ἀναχώρησις
  3. ἐπισυρρέω
  4. κοινωνέω
    • κοινωνέω (act. part.) Proclus El. theol. τὰ κοινωνοῦντα = in kāna ... l-iǧtimāʿu fī l-ašyāʾi ... l-muǧtamiʿati
      τὰ δὲ συνιόντα καὶ κοινωνοῦντά πῃ ἀλλήλοις εἰ μὲν ὑπ’ ἄλλου συνάγεται, ἐκεῖνο πρὸ αὐτῶν ἐστιν Proclus El. theol. 5: 6.11 = in kāna l-ištirāku wa-l-iǧtimāʿu fī l-ašyāʾi l-muštarikati wa-l-muǧtamiʿati ... min āḫara huwa ġayrihimā kāna ḏālika l-šayʾu ... qablahumā wa-awwalahumā 5.28
  5. μῖγμα
  6. μῖξις
  7. πανήγυρις
  8. πανσπερμία
  9. παχύνω
  10. σύγκρισις
  11. συναγελαστικός
  12. συνάγω
  13. συναγωγή
    • συναγωγή (noun) Arist. Eth. Nic.
      τῶν νόμων καὶ τῶν πολιτειῶν αἱ συναγωγαὶ Arist. Eth. Nic. X 9, 1181b7 = iǧtimāʿātu [l-siyari] l-madaniyyati wa-l-nawāmīsi 581.7
    • συναγωγή (noun) Arist. Phys. συναγωγὴ καὶ διαστολὴ = al-iǧtimāʿu wa-l-tafarruqu
  14. συναθροίζω
  15. συναθροισμός
  16. συναύγεια
  17. συνίστημι
  18. συνοδεύω
  19. σύνοδος
  20. σύντηγμα
  21. συσσωρεύω
  22. σύστασις
  23. σύστημα
  24. σωρεία
The database query could not be executed.