Lookup cumulative lexical entry: استفراغ

  1. διαχωρητικός
  2. εὔκριτος
  3. κάθαρσις
  4. κένωσις
  5. σύμπτωσις
    • σύμπτωσις (noun) Hippocr. Aphor.
      μηδὲ τὰς συμπτώσιας ἐς τὸ ἔσχατον ἄγειν Hippocr. Aphor. I 3 = lā yabluġu fī stifrāġihī l-ġāyata l-quṣwā 2.9
  6. ὑπερκάθαρσις
The database query could not be executed.