Lookup cumulative lexical entry: بطن

  1. γαστήρ
  2. γαστροκνημία
  3. διάρροια
  4. δυσεντερία
  5. δυσκοίλιος
  6. ἕλμινς
  7. εὐκοίλιος
  8. ἦτρον
  9. κοιλία
  10. κοῖλος
  11. κύησις
    • κύησις (noun) Arist. Gener. anim. πρὸς τὸν γιγνόμενον ὄγκον ἐν τῇ κυήσει = li-l-mawlūdi wa-mā yaḥmilu fī-l-baṭni
  12. ὄγκος
The database query could not be executed.