Lookup cumulative lexical entry: عودة

  1. ἀποκαθίστημι
    • ἀποκαθίστημι (verb) Arist. Cat. μὴ ῥᾳδίως ἀποκαθίστανται = lam yashul ʿawdatuhū ilā l-ṣalāḥi
    • ἀποκαθίστημι (pass. part.) Arist. Cat. ταχὺ ἀποκαθισταμένων = wašīku ʿawdatihī ilā l-ṣalāḥi
      ὅσα δὲ ἀπὸ ῥᾳδίως διαλυομένων καὶ ταχὺ ἀποκαθισταμένων γίγνεται πάθη λέγεται Arist. Cat. 9b28 BN 170b10
  2. καθίστημι
    • καθίστημι (pass. part.) Arist. Cat. καθισταμένος = al-ʿawdatu ilā l-ṣalāḥi
      ὅσα δὲ ἀπὸ ταχὺ καθισταμένων γίγνεται πάθη λέγεται Arist. Cat. 10a6 = ʿan ašyāʾa sahilatin wašīkatin al-ʿawdati ilā l-ṣalāḥi BN 170b20
  3. περιοδικός
  4. ὑποστροφή
    • ὑποστροφή (noun) Hippocr. Aphor. ὑποστροφὰς (sc. τῆς νούσου) ποιεῖν = taǧlibu ʿawdatan mina l-maraḍi
      ὰ ἐγκαταλιμπανόμενα ἐν τῇσι νούσοισι μετὰ κρίσιν ὑποστροφὰς ποιεῖν εἴωθεν Hippocr. Aphor. II 12 = al-baqāyā llatī tabqā mina l-amrāḍi baʿda l-buḥrāni min šaʾnihā an taǧliba ʿawdatan mina l-maraḍi 11.11
  5. ὑποστροφώδης
The database query could not be executed.