Lookup cumulative lexical entry: مدّة

  1. διάστημα
  2. διατείνω
  3. ἐμπυητικός
  4. ἔμπυος
  5. ἐφήμερος
  6. μέχρι
  7. μῆκος
    • μῆκος (noun) Arist. Eth. Nic.
      ἡ τελεία δὴ εὐδαιμονία αὕτη ἂν εἴη ἀνθρώπου, λαβοῦσα μῆκος βίου τέλειον Arist. Eth. Nic. X 7, 1177b25 = fa-innahū takūnu l-saʿādata l-tāmmata hāḏihī iḏā qabilat muddatan tāmmatan min ʿumri l-insān 561.8
  8. πάλιν
  9. πλείων
  10. πολυχρόνιος
  11. πυοειδής
  12. πύον
  13. πυός
  14. τονιαῖος
  15. τονος
  16. χρονίζω
  17. χρόνιος
  18. χρόνος
The database query could not be executed.