Lookup cumulative lexical entry: معتدل

  1. ἄκρατος
  2. ἀσύμμετρος
  3. εὐετηρία
  4. εὔκαρπος
  5. εὔκρατος
  6. εὔκρητος
  7. ἰσημερινός
  8. κατάλληλος
  9. κεράννυμι
  10. μέση
    • μέση (noun) Arist. Gener. anim. ἡ μέση τοῦ πολλοῦ καὶ τοῦ ὀλίγου ὑγροῦ = al-muʿtadilu allaḏī bayna-l-kaṯrati wa-l-qillati
  11. μετριάζω
  12. μέτριος
  13. συμμετρία
  14. σύμμετρος
  15. συμμέτρως
  16. σύμφωνος
  17. ὡραῖος
The database query could not be executed.