Lookup cumulative lexical entry: مولود

  1. βρέφος
  2. γενετή
    • γενετή (noun) Arist. Phys. ἐκ γενετῆς
      τις ἐκ γενετῆς ὢν τυφλὸς Arist. Phys. II 1, 193a7 = iḏā kāna mawlūdan ʿalā l-ʿamā
  3. γεννάω
  4. γίγνομαι
  5. δεκάμηνος
  6. ἑπταμηνιαῖος
  7. ἑπτάμηνος
  8. ὀκταμηνιαῖος
  9. ὀκτάμηνος
  10. παιδίον
  11. τέκνον
The database query could not be executed.