Lookup cumulative lexical entry: دوري

  1. ἀποκαταστατικός
    • ἀποκαταστατικός (adj.) Nicom. Arithm. ἀποκαταστατικοί κύβοι = al-aʿdādu l-dawriyyatu
    • ἀποκαταστατικός (adj.) Nicom. Arithm. ἀποκαταστατική ἡ μονὰς = al-wāḥidu dawriyyan
  2. δινέω
    • δινέω (pass. part.) Arist. Cael. δινούμενος
  3. κυκλικός
    • κυκλικός (adj.) Ps.-Plut. Placita
  4. κύκλος
    • κύκλος (noun) Ps.-Plut. Placita
  5. κυκλοφορικός
    • κυκλοφορικός (adj.) Ps.-Plut. Placita κυκλοφορικῶς
The database query could not be executed.