– – – – – – – – –
1[. . . . .][[. .]][. . .]
2[καὶ ἔκ]πλου̣[ν]
3[ἀσυλ]εὶ καὶ̣ [ἀ]–
4[σπο]ν̣δεὶ κ̣[αὶ]
5[ἐν πο]λέ̣[μωι κ]–
6[αὶ ἐν εἰράνα]–
7[ι – – – – – – –]
- - -
1[ungehinderte Einfahrt
2und] Ausfahrt
3ungestört und ohne
4Vertrag im
5im Krieg und
6im Frieden
7- - -
- - -
1- - -
2[και να ταξιδεύουν από και (προς την Κάλυμνο)
3έχοντας ασυλία και χωρίς
4να είναι απαραίτητη ειδική συνθήκη, τόσο
5σε καιρό πολέμου,
6όσο και σε καιρό ειρήνης.
7- - -